Ο θυρεοειδής αδένας βρίσκεται στη βάση του λαιμού (τραχήλου), μπροστά και κεντρικά και αποτελείται από δύο λοβούς, οι οποίοι ενώνονται με μία μικρή ‘γέφυρα’ (ισθμός), δίνοντάς του το χαρακτηριστικό σχήμα της πεταλούδας. Ο θυρεοειδής είναι ο κεντρικός ρυθμιστής της ενέργειας του σώματος και επομένως του μεταβολισμού. Παράγει τις ορμόνες του κατόπιν εντολής της υπόφυσης (δηλαδή του κέντρου ελέγχου των ορμονών στον εγκέφαλο) μέσω της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH), ανάλογα με τις ανάγκες του σώματος.

Οι ορμόνες του δρουν σε όλα σχεδόν τα κύτταρα του ανθρώπινου σώματος, ρυθμίζοντας τη λειτουργία τους (το μεταβολισμό τους). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η οποιαδήποτε δυσλειτουργία του θυρεοειδή να δίνει συμπτώματα από διάφορα όργανα στον ίδιο άνθρωπο, αλλά από διαφορετικά όργανα μεταξύ ανθρώπων. Σε αυτό οφείλεται η μεγάλη ποικιλία εμφάνισης των προβλημάτων του θυρεοειδούς από άνθρωπο σε άνθρωπο.

Τα συμπτώματα ποικίλουν επίσης αναλόγως με την πάθηση του αδένα, ο οποίος μπορεί είτε να έχει δική του βλάβη, είτε να είναι ‘θύμα’ κάποιας άλλης πάθησης του σώματος και επομένως να δυσλειτουργεί : από ένα απλό αίσθημα κόπωσης, μέχρι και ταχυκαρδίες, αρρυθμίες, ψυχολογικές διαταραχές, πρόσληψη ή απώλεια βάρους και άλλα. Κάποιες φορές, οι παθήσεις του θυρεοειδούς δε δίνουν συμπτώματα, μέχρις ότου η κατάσταση σοβαρέψει αρκετά, με κίνδυνο ακόμη και της ζωής του ασθενούς.

Γι’αυτό, η  εξέταση της λειτουργίας του θυρεοειδούς πρέπει να γίνεται προληπτικά κάθε χρόνο μαζί με τις γενικές εξετάσεις αίματος. Παθήσεις του θυρεοειδούς που δε φαίνονται στο αίμα, μπορεί να φανούν στον υπέρηχο, ο οποίος επίσης δίνει περαιτέρω πληροφορίες, προκειμένου να τεθεί η σωστή διάγνωση. Επιπλέον, ο εξειδικευμένος υπέρηχος θα καθορίσει τις πιθανότητες κακοήθειας ενός όζου. Κάποιες φορές μπορεί να χρειαστεί σπινθηρογράφημα ή παρακέντηση.

Οι παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα είναι αρκετά συχνές στο γενικό πληθυσμό. Συνήθως είναι χρόνιες, δηλαδή δεν γιατρεύονται εντελώς, απλώς είναι ρυθμισμένες και ελεγχόμενες με την κατάλληλη θεραπεία και παρακολούθηση από ενδοκρινολόγο, ο οποίος μπορεί να διαγνώσει μία ενδεχόμενη απορρύθμιση που δε φαίνεται στα εργαστηριακά αποτελέσματα εξαιτίας της σιωπηλής φύσης της νόσου. Υπάρχουν όμως και παθήσεις του θυρεοειδούς που γιατρεύονται είτε φαρμακευτικά είτε χειρουργικά. Ο καρκίνος του θυρεοειδούς είναι πιο σπάνιος και συνήθως είναι θεραπεύσιμος, χωρίς μεταστάσεις, χημειοθεραπείες και μεγάλες ταλαιπωρίες.

Εν κατακλείδι, οποιαδήποτε απόκλιση από το φυσιολογικό, είτε στα εργαστηριακά αποτελέσματα ελέγχου του θυρεοειδούς, είτε σε απεικονιστικές εξετάσεις, καθώς και απροσδιόριστα συμπτώματα που επιμένουν και δεν έχουν άλλη εξήγηση, θα πρέπει να αξιολογούνται από ενδοκρινολόγο, ώστε να αποκλειστούν νόσοι του θυρεοειδούς μεταξύ άλλων. Και εάν τελικά έχουμε πρόβλημα με το θυρεοειδή, είναι πολύ σημαντικό να σεβόμαστε τα διαστήματα επανεξέτασης, ώστε τα πράγματα να μη γίνουν σοβαρά ή και μη αναστρέψιμα χωρίς να το καταλάβουμε και να μη χρειαστεί η ρύθμιση να ξεκινήσει από την αρχή, χάνοντας πολύτιμο χρόνο και χρήμα και βάζοντας σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή.