Η ενδοκρινολογία ανήκει στις παθολογικές ειδικότητες. Αυτό σημαίνει ότι ο ενδοκρινολόγος δε χειρουργεί αλλά διενεργεί επεμβατικές πράξεις, όταν είναι εκπαιδευμένος σε αυτές, όπως για τις παρακεντήσεις όζων του θυρεοειδούς.
Η ενδοκρινολογία είναι μια περίπλοκη ειδικότητα που ασχολείται με πολλά όργανα, τους ενδοκρινείς αδένες, οι οποίοι παράγουν τις ορμόνες. Στους ενδοκρινείς αδένες ανήκουν ο θυρεοειδής, οι παραθυρεοειδείς, ο υποθάλαμος, η υπόφυση, το πάγκρεας, τα επινεφρίδια, οι όρχεις, οι ωοθήκες και πιο πρόσφατα μέρος του γαστρεντερικού σωλήνα και ο λιπώδης ιστός. Ο κάθε αδένας παράγει μια σειρά ορμονών, οι οποίες δρουν στα κύτταρα στόχους, με αποτέλεσμα συγκεκριμένες λειτουργίες, πχ οι ορμόνες του θυρεοειδούς δρουν στα κύτταρα της καρδιάς, ελέγχοντας το ρυθμό της, γι’αυτό και κάποιες παθήσεις του θυρεοειδούς εκδηλώνονται με ταχυκαρδία.
Οι ορμόνες χωρίζονται σε άξονες ή αλλιώς ομάδες δράσης. Συνεννοούνται μεταξύ τους, προκειμένου να πετύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα, γι’αυτό και αν υπάρξει πρόβλημα σε κάποια από αυτές, επηρεάζεται και κάποια ή κάποιες άλλες. Όλα δηλαδή είναι σχετικά και ρόλος του ενδοκρινολόγου είναι να εντοπίσει την αρχή του νήματος, διαβάζοντας τη σχέση των ορμονών μεταξύ τους. Καλείται δηλαδή να προσδιορίσει ‘αν η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα’.
Δεν αρκεί να ελέγξουμε μεμονωμένα κάποια ορμόνη, επειδή ξέρουμε ότι αυτή σχετίζεται με κάποιο πρόβλημα που υποπτευόμαστε ότι έχουμε. Τα αποτελέσματα του μικροβιολογικού εργαστηρίου μπορεί να δείχνουν φυσιολογικά βάσει των προκαθορισμένων τιμών, αλλά να μην είναι ή και το αντίθετο.
Ο ενδοκρινολόγος είναι ο μόνος που μπορεί υπεύθυνα να αξιολογήσει την κλινική εικόνα του ασθενή, να ζητήσει τις κατάλληλες εξετάσεις, την κατάλληλη χρονική στιγμή, χωρίς περιττά έξοδα, και κυρίως να τις διαβάσει σωστά.
Ο ενδοκρινολόγος συνεργάζεται σχεδόν με όλες τις ιατρικές ειδικότητες, αφού η δράση των ορμονών αφορά σχεδόν όλα τα όργανα. Επίσης, συναντά στην καθημερινή του πράξη πολλά διαφορετικά συμπτώματα, άλλοτε σχετικά και άλλοτε άσχετα με την ειδικότητά του, τα οποία οφείλει να ‘ξεδιαλέξει’ και να εξηγήσει στον ασθενή.
Τέλος, τα περισσότερα προβλήματα που αφορούν την ειδικότητα της ενδοκρινολογίας είναι χρόνια, δηλαδή δε γιατρεύονται τελείως. Από τη στιγμή που τα αποκτά κανείς, τα έχει για μια ζωή. Στόχος της θεραπείας είναι να είναι ρυθμισμένα, δηλαδή ‘να κρατάμε το θηρίο κοιμισμένο’ πράγμα που συνεπάγεται τακτική παρακολούθηση, σε διαστήματα που καθορίζει ο ενδοκρινολόγος.
Στη συνέχεια, θα γνωρίσουμε σταδιακά τα περισσότερα όργανα της ενδοκρινολογίας και πολλές από τις νόσους με τις οποίες ασχολείται. Μπορούμε επίσης να αναλύσουμε όποιο ζήτημα σχετικό με την ειδικότητα ή την ιατρική γενικά σας απασχολεί, αρκεί να μας το πείτε!
Μείνετε συντονισμένοι!
Με αγάπη